Εκπαίδευση

ΑρχικήΕκπαίδευσηΠώς πάει το E-learning;

Πώς πάει το E-learning;

  • 16-04-2020

Όταν έκλεισαν τα σχολεία, χωρίς καμία εικόνα για το πώς θα μπορούσε όλο αυτό να γίνει συνήθεια, τι θα γινόταν με τις δουλειές μας αλλά πάνω από όλα με την υγεία μας, ομολογώ πως δεν αξιολόγησα καθόλου το ότι η εκπαίδευση των παιδιών μας θα μπορούσε όντως να μπει σε μια διαδικασία να γίνεται σταθερά από το σπίτι. Ειδικά εγώ που τα παιδιά μου είναι μικρά (Νηπιαγωγείο και Α’ Δημοτικού) δεν μπορούσα με τίποτα να κάνω εικόνα εκείνα να μπαίνουν σε μια οθόνη και εμένα πραγματικά να μπαίνω σε full πρόγραμμα εκπαίδευσης, υπό τις οδηγίες πάντα των δασκάλων και των ειδικών.

Πιο πολύ το είχα στο μυαλό μου σαν ένα pause  από τα πάντα, μέχρι να επιστρέψουν όλα στην κανονικότητα. Και όμως, τελικά δεν ήταν έτσι. Οι θάνατοι σε όλες τις χώρες γύρω μας και η κρισιμότητα της κατάστασης έκανε το ‘αύριο’ πιο αβέβαιο από ποτέ, σε κάθε επίπεδο. Τα παιδιά λοιπόν, σε τόσο παραγωγικές ηλικίες το καθένα από αυτά δεν θα μπορούσαν να μείνουν σε απραξία. Δεν μπορούσε να σταματήσει η μάθηση, ούτε η δημιουργική τους απασχόληση, ούτε φυσικά η διασκέδαση τους.

Τα σχολεία στα οποία φοιτούν τα παιδιά μου ομολογώ ότι είχαν γρήγορα αντανακλαστικά. Αμέσως μπήκαν στη διαδικασία να μας στέλνουν εργασίες και δραστηριότητες τις οποίες έπρεπε να κάνουν τα παιδιά για να μην χάνουν χρόνο... Αλλά σε μια καθημερινότητα, με μια single mom που λόγω συνθηκών δεν μπορούσε να λάβει βοήθεια από οικογένεια, εγώ δεν μπόρεσα αμέσως να βάλω τα πράγματα σε μια τάξη.

Ο μικρός καθόταν και έκανε τις εργασίες του γιατί είναι λίγο πιο διασκεδαστικές από εκείνες του μεγάλου που ήθελαν προσπάθεια. Ο μεγάλος αντιδρούσε και δεν καθόταν να τις κάνει. Έστελναν κάθε Δευτέρα τον νέο κύκλο εργασιών και εμείς δεν είχαμε προχωρήσει σχεδόν καθόλου καν με της προηγούμενης. Κάπως έτσι, ο ποιοτικός μου χρόνος με τα παιδιά ήταν ελάχιστος, αφού έχανα πολύ χρόνο να μαλώνω με τον μεγάλο που τα ενδιαφέροντα του περιορίζονταν στο να κάτσει να δει τηλεόραση και να ‘χαλαρώσει’.

Ανεξάρτητα από αυτό, κανένα από τα παιδιά μου δεν με είχε συνηθίσει ούτε τόσο πολύ στο σπίτι, ούτε στον ρόλο της δασκάλας, ούτε της παιδαγωγού, ούτε της γυμνάστριας, όμως ξαφνικά κλήθηκα να τα κάνω όλα αυτά και να μπορέσω να κερδίσω και αμέσως τον απαιτούμενο ‘σεβασμό’. Ε όχι, δεν τον κέρδισα αμέσως. Όταν προσπαθούσα να μάθω κάτι καινούργιο στο παιδί μου, παρόλο που είμαι φιλόλογος και έχω και την κατάρτιση να διδάξω, δεν με άκουγε. Μου έλεγε ‘όχι, δεν είναι έτσι’, κοιτούσε αλλού, προσπαθούσε αμέσως να βρει μια δικαιλογία για να μην κάτσει να το ακούσει, με αμισβητούσε. Μπορεί λόγω χαρακτήρα, μπορεί λόγω δικής μου λάθος προσέγγισης, όμως το αποτέλεσμα ήταν πάντα ίδιο. Δεν με άκουγε, δεν καθόταν να μελετήσει, δεν ήθελε να διαβάσουμε πια κανένα παραμύθι, δεν ήθελε να παίξει με τα παιχνίδια του. Όλο αυτό ήταν αρκετά βαρύ. Και για εμένα και για εκείνα. Ήταν πολύ εύκολο να τα παρατήσω. Ευτυχώς όμως, με την βοήθεια της ψυχολόγου, η οποία με παρακολουθεί, των σχολείων που όσο μπορούσε το καθένα ήταν ‘από πάνω’ και της τύχης να έχουμε την υγεία μας και για λίγο τουλάχιστον ακόμα να μπορούμε να αντεπεξέλθουμε και οικονομικά σε όλο αυτό που πολλούς συνανθρώπους μας τους έχει φέρει σε αδιέξοδο, μπορέσαμε και μπήκαμε σε νέους ρυθμούς. Το μυστικό ήταν να βάλω ένα κανονικό νέο πρόγραμμα στο σπίτι. Από το πωί μέχρι το βράδυ υπάρχει ωράριο. Τι ώρα ανοίγει η τηλεόραση, τι ώρα θα γυμναστούμε, τι ώρα θα παίξουμε και τι ώρα θα φάμε και θα κάνουμε μπάνιο, είναι σταθερά. Κάπως έτσι, μπήκαν όλα σε μια σχετική σειρά. Και αυτό περιλαμβάνει φυσικά και την ισορροπία στην σχέση μας. Δεν υπάρχει πια ένταση. Έχουμε επανέλθει και είμαστε χαρούμενοι και αγαπημένοι.

Σε ότι αφορά όμως το κομμάτι της μάθησης, κάτι που με άγχωνε πολύ λόγω της ηλικίας του μεγάλου μου παιδιού, και αυτό –λόγω των παραπάνω – πάει καλά, δεδομένων των συνθηκών. Με άγχωνε αυτό το κομμάτι γιατί στην Α’ Δημοτικού, εκεί που μόλις έχει αποκτήσει κάποιες συνήθειες διαβάσματος, κάτι που δεν είναι εύκολο, γιατί αυτή η κατάκτηση των πρώτων γνώσεων είναι δύσκολη, απαιτητική και κουραστική για τα παιδιά αυτής ηλικίας, έγινε κάτι που αν δεν έστρωνε με τον καιρό, φοβόμουν ότι θα ήταν καθοριστικό για το μέλλον των συνηθειών του, ως μαθητή, και τις βάσεις που θα έμπαιναν για την πορεία του στην σχολική του ζωή. Ένιωθα πως θα είχε κενά, τα οποία δεν θα ήταν εύκολο να καλύψει και μπορεί αυτό να του δημιουργούσε ανασφάλειες που θα κόστιζαν στην αποτελεσματικότητα του και την αυτοπεποίθηση του ότι μπορεί να καταφέρει ότι θέλει!

Παρόλο το άγχος μου όμως, συνέβη αυτό που συμβαίνει σχεδόν πάντα στη ζωή, όταν αφήνεις τα πράγματα να κυλήσουν, χωρίς να τα πολυπιέζεις. Όταν ξεκίνησαν πιο εντατικά οι συνδέσεις με την δασκάλα και άρχισε το θέμα e-learning να παίρνει οντότητα και να γίνεται καθημερινή πραγματικότητα και για εκείνον αλλά και για εμένα, τότε σιγά σιγά όλα άρχισαν να ρολάρουν πιο ομαλά. Εκείνος ήξερε πως το πρωί θα συνδεθεί με την δασκάλα και τους συμμαθητές του και πως θα έπρεπε να έχει κάνει τις εργασίες «της επόμενης μέρας» και εγώ είχα έναν μπούσουλα να κινηθώ για να βάλω νέους κανόνες στο σπίτι. Εκείνος ήξερε πως έπρεπε να προσπαθήσει για να μάθει αυτά που τους βάζει να διαβάσουν και εγώ ήξερα πως δεν υπάρχει εναλλακτική και πως πλέον αυτό είναι συλλογική δουλειά και όχι κάτι που εγώ μόνη μου πρέπει να στήσω και να οργανώσω.

Και αυτό μου επιβεβαίωσε αυτό που πίστευα πάντα στη ζωή μου. Ότι τα καλύτερα αποτελέσματα έρχονται πάντα, μέσα από τις συνεργασίες. Κανείς δεν είναι παντοδύναμος και ότι και να κάνεις, αν δεν έχεις καλή ομάδα γύρω σου, απλά θα καταρρεύσει. Οι συγκεντρωτικοί άνθρωποι δεν θεωρώ ότι μπορούν να μακροημερεύσουν σε οποιοδήποτε project γιατί πάντα θα έρχονται οι ομάδες να αποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι μπορούμε μαζί να κάνουμε θαύματα. Και όλο αυτό που ζούμε, έτσι όπως εξελίσσεται σε κάθε επίπεδο, εμένα προσωπικά μου φαίνεται σαν ένα μικρό θαύμα. Και αυτό το κάνουμε όλοι μας μαζί...